Pompey—Death and Love
To call it punishment? To call it repayment?— It was death.
The two charred bodies in their glass boxes,
petrified ash—we didn’t get scared at all. Outside, in the street
a child collected stones from Pompey in his light blue bucket,
the guards—one, an old man, his eyes sparkling under his
blue cap looking toward the pretty tourist girls, the other
young, with a pitch black mustache, touched the mural, with his
pointer, exactly on top of the naked woman’s belly button
as if showing to us the center of earth. (And of course
love more powerful than death).
We came out through
the second archway, inside the glorious gold-purple sundown
holding tight in our fingers the admission ticket, like we held tight
an obscene erotic note although we wanted to announce it to
the whole world.
Pompey,17-9-78
Yannis Ritsos ~The World is One”
Translated by Manolis Aligizakis
Πομπηία—Θάνατος κι έρωτας
Νά τό πείς τιμωρία; Νά τό πείς ανταμοιβή; — Θάνατος ήταν.
Τά δυό απανθρακωμένα σώματα μέσα στά γυάλινα κουτιά τους,
μαρμαρωμένη τέφρα, — δέν τρομάξαμε διόλου. Έξω, στό δρόμο,
ένα παιδί μάζευε πέτρες τής Πομπηίας στό γαλάζιο κουβά του,
οι φύλακες — γέροντας ο ένας, σπίθιζε τό μάτι του
κάτω απ’ τό μπλέ κασκέτο του κοιτώντας τίς ωραίες τουρίστριες, ο άλλος,
νέος, μέ κατάμαυρο μουστάκι, ακούμπησε τό δείχτη του
επάνω στήν τοιχογραφία, πάνω ακριβώς στόν αφαλό τής γυμνής γυναίκας
σάν νά μάς έδειχνε τόν ομφαλό τής γής. (Καί βέβαια
πιό δυνατός απ’ τό θάνατο ο έρωτας).
Βγήκαμε
απ’ τή δεύτερη πύλη, μές στό ένδοξο χρυσοπόρφυρο λιόγερμα,
σφίγγοντας μές στά δάχτυλά μας τό εισητήριο εισόδου, σάν νά σφίγγαμε
ένα άσεμνο ερωτικό σημείωμα πού θέλαμε ωστόσο νά τό ανακοινώσουμε σ’
όλο τόν κόσμο.
Γιάννης Ρίτσος~“Ο Κόσμος Είναι Ένας”