Posts Tagged ‘stir’

 

Salvatore_Quasimodo_1959
THE TALL SCHOONER

When birds came to stir the leaves
of the bitter trees beside my house
(blind nocturnal birds
boring their nests in the barks)
I faced the moon
and saw a tall schooner.

At the island’s rim the sea was salt;
the earth extended, ancient conches
glittered thrust into the rocks
on the roadstead of dwarf lemon trees.

And I told my love (my child was stirring in her,
And, for that, she had the sea within her soul continuously):
“I’m tired of all these wings that beat
in time to oars, and of the owls
that howl a dog’s lament
when wind of moon is in the cane brakes.
I want to leave I want to leave this island.”
And she: “O love, it’s late: let’s stay.”

Then slow I set myself to count
the strong surges of sea waterπουλιά,φύλλα,ανακατεύ
the air bore up into my eyes
from the mass of the tall schooner.

Η ΨΗΛΗ ΣΚΟΥΝΑ

Όταν τα πουλιά ήρθαν να ταράξουν τα φύλλα
των πικρών δέντρων δίπλα στο σπίτι μου
(τυφλά νυκτόβια πουλιά που έσκαβαν
τις φωλιές τους στη φλούδα των δέντρων)
αντίκρυσα το φεγγάρι
κι είδα μια ψηλή σκούνα
στην άκρη του νησιού η θάλασσα ήταν αλάτι
η γη προεξείχε, αρχαία κοχύλια
έκαναν τα βράχια να γυαλίζουν
στο αγκυροβόλιο των νάνων λεμονιών
και στην αγαπημένη μου είπα (το παιδί μου κουνιόταν μέσα της
και γι’ αυτό είχε πάντα τη θάλασσα στην ψυχή της):
«με κούρασαν αυτά τα φτερά που ηχούν
στο ρυθμό των κουπιών και των κουκουβαγιών
που αλυχτούν του σκύλου το μοιρολόϊ
καθώς ο αγέρα του φεγγαριού παίζει στα καλάμια.
Θέλω να φύγω, θέλω να φύγω απ’ το νησί τούτο»
Και μου `πε: «Ω, αγάπη μου, είναι αργά. Ας μείνουμε.»

Τότε αργά αργά έρχισα να μετρώ
την ψηλή παλλίροια της θάλασσας
ο αγέρας έφερε στα μάτια μου
απ’ τη μεριά της ψηλής σκούνας.

~Salvatore Quasimodo, translated from the English, my Manolis Aligizakis