Η ΠΡΩΤΗ ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΜΟΝΤΕΛΛΟ
Μιά λάμψη η θάλασσα, ελαφρά σιδερωμένη απ’ τό χέρι
νεαρής σελήνης. Κι ήταν μιά ωραία αντίθεση μέ τά χέρια
τά τριχωτά καί τεράστια τού παίκτη πού κινούσε τίς κούκλες
στό υπαίθριο θέατρο.
Μοσκοβολούσε η νύχτα
κοριτσίστικο ιδρώτα κι αχινιό. Στή μεγάλη ταράτσα
μάς πρόσφεραν τηγανιτές μελιτζάνες καί μπύρα. Ένας στίχος τού Ντάντε
έλαμψε μιά στιγμή μονάχα, κρατημένος απ’ τούς κρότους
δύο φιλικών ποτηριών πού τσούγκρισαν στόν αέρα.
Τήν ίδια νύχτα
είδαμε στή σφουγγαρισμένη σφαλιστή Ψαραγορά, κάτω απ’ τό φανοστάτη,
τό χαρτονένιο κιβώτιο γεμάτο άδεια μπουκάλια. Δέν τό μαρτυρήσαμε.
Ωστόσο
η μουσική πού `βγαινε απ’ τά παράθυρα τού διανυκτερεύοντος εστιατορίου
τό διαλαλούσε κιόλας μπρός στίς μπαλκονόπορτες τών κοιμισμένων
νεονύμφων.
FIRST NIGHT IN MODELLO
The sea was like a flash, lightly ironed by the hand
of the new moon. And it was a nice antithesis to the hairy
huge arms of the player who moved the puppets
of the outdoor theater.
The night’s fragrance was
of girly sweat and urchin. They offered us fried
eggplant and beer on the large balcony. A verse by Dante
shined for just one moment held by the sound of two
friendly glasses clinking in the air.
The same night
in the mopped, closed fish market under the lamppost we saw
a carton crate filled with empty bottles. We didn’t disclose it.
However
the music coming from the windows of the all-night restaurant
already declared it in front of the balcony doors of the sleeping
newlyweds.
YANNIS RITSOS — POEMS, Ekstasis Editions, 2013
ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ — Ποιήματα/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη