
Σάββατο, 26 Νοεμβρίου 2011
TΟ ΧΑΣΜΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΛΙΤ
Του Πολυμέρη Βόγλη
H οικονομική κρίση έχει προκαλέσει πρωτόγνωρες και ραγδαίες εξελίξεις στην πολιτική ζωή. Βουλευτές γίνονται αντικείμενο προπηλακισμών, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε παραίτηση, ενώ ο νέος πρωθυπουργός προωθείται περίπου ως μεσσίας επειδή είναι τεχνοκράτης και δεν προέρχεται από τις τάξεις των πολιτικών στελεχών των δύο μεγάλων κομμάτων. Είναι διάχυτη η αίσθηση της απαξίωσης του πολιτικού κόσμου, της κρίσης αξιοπιστίας των δύο μεγάλων κομμάτων και της αποξένωσής τους από την κοινωνία. Αυτό το οποίο συμβαίνει δεν είναι απλώς μια πολιτική κρίση, αλλά μια πολυεπίπεδη κρίση του πολιτικού συστήματος, επειδή στον πυρήνα της αφορά τη σχέση των κομμάτων με την κοινωνία, το κράτος και την έννοια του πολιτικού.
Η διάχυτη οργή κατά του πολιτικού κόσμου αντανακλά την κατάρρευση των θεσμών διαμεσολάβησης. Τα κόμματα στα χρόνια της μεταπολίτευσης αποτέλεσαν τους βασικούς θεσμούς οργάνωσης, εκπροσώπησης και έκφρασης συλλογικών αναγκών και αιτημάτων. Τα κόμματα, μέσα από ένα πλέγμα οργανώσεων (τοπικές, συνδικαλιστικές, φοιτητικές κλπ.), μπόρεσαν να διαμεσολαβήσουν τις διαφορετικές ανάγκες των κοινωνικών ομάδων, ο αριθμός των κομματικών μελών αυξήθηκε κατακόρυφα, ενώ τα ίδια μετατράπηκαν σε μεγάλους οργανισμούς με επαγγελματικό προσωπικό, άφθονους πόρους και πολυσχιδείς δραστηριότητες. Από τη δεκαετία του 1990, τα κόμματα, και μαζί όλο το πλέγμα των οργανώσεων που είχαν δημιουργήσει, άρχισαν να μπαίνουν σε τροχιά κρίσης στην Ελλάδα. Οι αιτίες αυτής της κρίσης είναι πολλές, όπως η γραφειοκρατικοποίηση των θεσμών, ο κατακερματισμός και οι έντονες διαφοροποιήσεις εντός των κοινωνικών ομάδων, καθώς και μια καλπάζουσα ιδιώτευση που την τροφοδοτούσε η καταναλωτική ευμάρεια. Στον βαθμό που οι πολίτες εγκατέλειπαν το πεδίο της συλλογικής αναφοράς και δράσης, η πολιτική έγινε αντικείμενο μιας σχετικά κλειστής ομάδας ανθρώπων, η οποία διαμόρφωσε ιδιαίτερα συμφέροντα και σχέσεις με τους μηχανισμούς εξουσίας. Σταδιακά, τα κόμματα απομαζικοποιήθηκαν και μετατράπηκαν σε επικοινωνιακούς μηχανισμούς που βρίσκονταν σε εκλογική ετοιμότητα, ενώ τα στελέχη τους σε μια πολιτική ελίτ. Η συρρίκνωση και η απαξίωση των θεσμών διαμεσολάβησης δημιούργησε ένα κενό ανάμεσα στην κοινωνία και τις πολιτικές ελίτ. Στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, το κενό αυτό διευρύνθηκε και έγινε απειλητικό για τις πολιτικές ελίτ, καθώς οι κοινωνικές ανάγκες και αιτήματα όσων πλήττονται από την κρίση δεν μπορούν πλέον να διαμεσολαβηθούν από τα κυρίαρχα κόμματα και έρχονται στην επιφάνεια με τρόπο απρόβλεπτο και εκρηκτικό.
Επιπλέον, η κρίση είναι συστημική, διότι αφορά τη σχέση των πολιτικών ελίτ με το κράτος. Οι πολιτικές ελίτ χρησιμοποίησαν το κράτος ως μηχανισμό δημιουργίας και αναδιανομής πλούτου, κάτι που σε αντάλλαγμα εξασφάλιζε την κυριαρχία τους. Από τη μια πλευρά, η αναδιανομή του πλούτου δεν αφορούσε τόσο την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων όσο τη δημιουργία κοινωνικών (και εκλογικών) ερεισμάτων. Με τη διόγκωση του κράτους, οι πολιτικές ελίτ υιοθέτησαν την τακτική της επιλεκτικής μεταχείρισης μεμονωμένων ομάδων με αντάλλαγμα την στήριξη προς τη μια ή την άλλη παράταξη. Οι εργαζόμενοι, κυρίως στον στενό και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, κατακερματίστηκαν και, μέσα από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, μετατράπηκαν σε «ομάδες πίεσης» που διεκδικούσαν για τον εαυτό τους ειδικά προνόμια, επιδόματα, ρυθμίσεις, κλπ. Από την άλλη πλευρά, το κράτος χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία ιδιωτικού πλούτου. Επαγγελματικές ομάδες αξιοποίησαν τις σχέσεις τους με τις πολιτικές ελίτ για να διασφαλίσουν την κατοχύρωση μιας προνομιακής θέσης στην αγορά, ενώ παράλληλα, και το πιο σημαντικό, οι πολιτικές ελίτ χρησιμοποίησαν το κράτος για να δημιουργήσουν μια νέα τάξη επιχειρηματιών. Το κράτος μετατράπηκε όχι πάντα στον καλύτερο αλλά σίγουρα στο μεγαλύτερο «πελάτη» των ιδιωτικών εταιρειών, στον χώρο των δημοσίων έργων, της υγείας, της υψηλής τεχνολογίας, κοκ. Η δημοσιονομική κρίση και η συρρίκνωση του κράτους έπληξε καίρια τη δυνατότητα των πολιτικών ελίτ να συνάπτουν συμμαχίες με τα επιχειρηματικά συμφέροντα και να δημιουργούν ερείσματα στην κοινωνία χρησιμοποιώντας το κράτος.
Αποτέλεσμα της παραπάνω σχέσης των πολιτικών ελίτ με το κράτος ήταν να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα φαινόμενα όπως η διαφθορά, η αδιαφάνεια και η διαπλοκή. Η ανάδειξη αυτών των ζητημάτων συντελέστηκε στο έδαφος της σύγκλισης των δύο μεγάλων παρατάξεων ή, ορθότερα, της προσχώρησης των σοσιαλιστών στη φιλελεύθερη ατζέντα της συρρίκνωσης του κράτους και της κυριαρχίας της ελεύθερης αγοράς. H σταδιακή σύγκλιση των δύο μεγάλων παρατάξεων άμβλυνε τις όποιες ιστορικές ή ιδεολογικές διαφορές τους και ανέδειξε ως μείζονες εκείνες που αφορούσαν την ικανότητά τους να αντιμετωπίσουν τις λεγόμενες «παθογένειες» του ελληνικού μοντέλου. Η έννοια του πολιτικού μεταλλάχθηκε, καθώς ταυτίστηκε με την οικονομική διαχείριση. Η πολιτική συζήτηση δεν αφορούσε το τι τύπου κράτος ή κοινωνία θέλουμε αλλά ποιο από τα δύο κόμματα μπορεί να προσφέρει ορθολογική, χρηστή και αποτελεσματική διαχείριση.
Στην εποχή του Μνημονίου, αυτή η λογική της πρωτοκαθεδρίας της οικονομίας έναντι της κοινωνίας έφτασε στον παροξυσμό της, καθώς η δημόσια συζήτηση δεν αφορούσε τις συνέπειες που ήδη είχε για την κοινωνία η εφαρμογή του, αλλά την ανικανότητα των πολιτικών να το εφαρμόσουν και «να πιάσουν τους στόχους». Το επόμενο βήμα ήταν η πρωτοκαθεδρία της οικονομίας έναντι της πολιτικής. Εάν ο μονόδρομος του Μνημονίου συνιστά τα όρια της πολιτικής, τότε οι καταλληλότεροι να την εφαρμόσουν δεν είναι πλέον οι πολιτικοί αλλά οι τεχνοκράτες.
Το χάσμα ανάμεσα στην κοινωνία και τις πολιτικές ελίτ γίνεται όλο και πιο δύσκολο να γεφυρωθεί. Η αυτοσυντήρηση των πολιτικών ελίτ, έστω και με καθυστέρηση, λειτούργησε δημιουργώντας ωστόσο καινοφανή δεδομένα για το ίδιο το πολιτικό σύστημα — η συμμετοχή της ακροδεξιάς στην κυβέρνηση, η οποία τεχνηέντως υποβαθμίζεται, δρομολογεί τις πλέον ανησυχητικές και επικίνδυνες εξελίξεις. Πάντως, στο βαθμό που η κρίση είναι συστημική, το διακύβευμα δεν μπορεί παρά να είναι συνολικότερο: ποιος θα μπορέσει να εκφράσει τις ανάγκες και τα αιτήματα μιας κοινωνίας που καταρρέει κάτω από το βάρος της επίθεσης που δέχεται, διαμορφώνοντας μια πειστική, ολοκληρωμένη, εναλλακτική πρόταση;
Ο Πολυμέρης Βόγλης διδάσκει σύγχρονη Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
ΠΗΓΗ: enthemata.wordpress.com
..
Like this:
Like Loading...