Archive for the ‘συγγραφέας’ Category

11007741_1028336327180072_6866849738460871477_n

Η ΤΕΛΕΙΑ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ

 

Βαριά, σκοτεινά παραπετάσματα πορφυρά ή λαδοπράσινα. Πίσω τους

μεγάλα τρίποδα πιάνα, μπρούτζινα αγάλματα, χρυσόδετοι καθρέφτες,

το φευγαλέο πέρασμα μιας γυναικείας εσθήτας, κι η γυναίκα να λείπει.

Ύστερα κύλησε μια γυάλινη σφαίρα με παράξενο θόρυβο πανένιο.

Το μυστικό που ζητούσε να εκφραστεί γινόταν μυστικώτερο ακόμα.

Ακούγονταν υπόκωφες οι ομιλίες υπηρετών σ’ έναν βαθύτερο χώρο—

ίσως να γδέρναν λαγούς ή να μαδούσαν πουλιά, γιατί, κάθε τόσο,

έπεφταν λίγα πούπουλα χρυσίζοντας πάνω στο σώμα εκείνου

πού `μενε πλαγιασμένος στον κόκκινο τάπητα, ωραίος, μ’ανοιχτά τα χέρια

σαν σταυρωμένος στο πάτωμα, περιμένοντας πάντοτε ωστόσο

(κι αυτό διακρίνονταν στο πονηρό τρεμούλιασμα των κλεισμένων

βλεφάρων)

ν’ αρχίσει η μουσική στα μέσα δωμάτια, να σηκωθεί και να χορέψει.

 

 

PERFECT STAGING

 

Heavy, dark curtains purple or olive green. Behind them

big three-legged pianos, bronze statues, gold-tiled mirrors,

the quick passing of a woman’s bra and the woman is absent.

Then a glass ball rolled with a strange sound as if made of cloth.

The secret yearning to be expressed remained even more secret.

Subterranean voices of servants in a deeper space were heard –

perhaps they were skinning rabbits or plucking bird feathers, because so often

some feathers fell shining like gold over the body of the one

who stayed lying down on the red carpet, handsome, with open arms

as if crucified on the floor, however always waiting

(and this was discerned in the cunning trembling of his closed

eyelids)

the start of the music in the inside rooms that he could stand up and dance.

 

 

 

Γιάννη Ρίτσου-Ποιήματα/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη

Yannis Ritsos-Poems/Translated by Manolis Aligizakis

www.libroslibertad.com

www.manolisaligizakis.com

www.ekstasiseditions.com

 

cover

Η ΠΟΛΗ

 

Περπατάω σκυφτός, είμαι ξένος σ’ αυτή την πόλη, αλλά η

στυφή μυρουδιά απ’ τα δημόσια ουρητήρια με πείθει παράξενα, μια

απ’ τις απολαύσεις μου είναι τα Αστεροσκοπεία, έχουν τουλάχιστο

θέρμανση, κι αν ο υπάλληλος είχε προσέξει το μούτρο μου, θα είχε

προσδιορίσει πολλούς μελλοντικούς κατακλυσμούς, με λίγα λόγια

ένα άθλιο απόγεμα που θα `θελε να κρεμαστεί κανείς — και πράγ-

ματι οι φωνές είχαν σταματήσει, η διαδήλωση μόλις είχε τελειώ-

σει κι οι αστυφύλακες έσβηναν μια ολόκληρη επανάσταση γραμμέ-

νη πάνω στους τοίχους.

 

 

 

THE CITY

 

I walk head down I’m a stranger in this city but

the strong stench from the public washrooms somehow

convinces me; one of my pleasures are the Observatories

they at least have heating and if the clerk had paid

attention to my face he would have observed the future

deluge in a few words a dreadful afternoon when one

wants to hang himself — and indeed the cries had stopped

the demonstration had just ended and the policemen were

erasing one complete revolution written on the walls.

 

TASOS LIVADITIS—SELECTED POEMS, translated by Manolis Aligizakis, Libros Libertad, Vancouver, 2014

 

www.libroslibertad.com

www.manolisaligizakis.com

 

merging dimensions cover

ΔΙΔΑΧΗ

 

Κι έβαλαν σε σκοτεινό κελί τη Θέμιδα

κι εγώ αντιμετώπισα τα ξέφρενα μάτια

της συγγένειάς μου κι είχα πολλά να πω

μα σιώπησα για ένα λεπτό χρόνο να δώσω

στην αφέλειά τους που αργά κυλούσε

σαν το κελαρυστό ριακάκι, αθώο παιδιού

χαμόγελο που πάνω του στήριξα ελπίδα

πως τη δικαιοσύνη ξανά θ’ ανακάλυπτα

 

για να γιατρέψω μ’ ανοιξιάτικα λουλούδια

τις φλέβες τ’ ανεπίληπτου Έρωτα

 

έγκλειστοι κι αλλόφρονες οι φίλοι μου

κι εγώ με κουρέλια τον τόπο γύριζα

μ’ απαλή φωνή και νέα σύμβολα

με νέους εχθρούς και νέα ανέκδοτα

ν’ αλλάξω τα πιστεύω τους πεθύμησα

νέοι Ιούδες που είχαν γεννηθεί με δόντια

σουβλερά ό ένας τον άλλο να ξεσχίσουν

για τους αγέρηδες καθαρούς κληρονόμους

των διδαγμάτων μου τίποτα να μη μείνει

 

 

Lesson

 

And they put Themis in dark dungeon

and I faced my kin’s delirious eyes

yet though I had much to say

I kept silent, momentarily, time

to give to their simple mindedness

bubbling along with the creek’s murmur

innocent smile of child upon which

I entrusted my hope to rediscover justice

 

with spring flowers to rejuvenate

the veins of impeccable Eros

 

imprisoned were my distraught friends

dressed in rags I walked over my lands

so-spoken and with new symbols

with new follies and new anecdotes

I wished to revert their beliefs

new Judases born with sharpened teeth

ready to devour each other nothing to leave

for the winds rightful inheritors of my teachings

 

SECOND ADVENT OF ZEUS, Ekstasis Editions, Victoria, BC, 2016

vortex_cover

ΣΤΕΠΑ

 

Λουλουδιασμένα σινάπια

στ’ απέραντο χωράφι

το μαντρωμένο με πασάλους

στην αδιαφορία ξεγραμμένο

από λόφους αόρατους που κάποτε

θα’ταν σωστοί οροσταθμοί

ξεχασμένοι από νοτιάδες

και παραγωγούς αφιονιού

τρακτέρ αναλογίζεται μέρες σκληρές

όργωμα και πουκάμισα κρεμασμένα

στο έλεος της σκόνης

μουντό ξημέρωμα πηχτό

σαν λαμπυράδα στα παρτέρια

των λουλουδιών κι ο φαρμαδόρος

τη σοκολάτα αργοπίνει πριν στείλει

το σκυλί για να του φέρει τα σαντάλια

 

PRARIE

Mustard fields dressed

in yellow garments

fenced by indifference

forsaken by hills

forgotten by war lords

and poppy growers

tractor reminiscing

days of duty when at

daybreak tilling soil

and pulling dust over hung shirts

over flower beds lonely

farmer drinking his hot

chocolate before sending

a young hound to fetch

his dusty sandals

 

VORTEX, poetry by Manolis Aligizakis, Libros Libertad, 2014

nostos and algos cover

HΛΙΟΚΑΜΕΝΗ ΓΗ

 

Στην ηλιοκαμμένη τούτη γη

πάντα χορταίνεις από φως

ποτέ σκοτάδι δεν σε πνίγει.

 

Αέρινα νυχτερινά ενδύματα

γιομίζουν το δωμάτιο με χάρη

μουρμουρητά κυλούν στο ακρογιάλι

 

καμπάνες που ηχούν τη μοναξιά τους

και λέν για μας, στην αγκαλιά του έρωτα

χορδές της λύρας να μιλούν για το λιοπύρι

 

και λέω —

 

σήκωσε λίγο το καπέλο,

κοίταξε το ατέλιωτο γαλάζιο,

κράτησε το πινέλο σου οριζόντια,

 

σημάδεψε το αιώνιο κενό με την ευθύτητα μαέστρου

που περιμένει την υψίφωνο ν’ αρχίσει

προς τη μεριά του ήλιου την κορώνα της

 

 

PARCHED

 

 

In this parched land

you can eat only light

never sleep in darkness

 

nightgowns fill the air with

soft murmurs whooshing on

shore pebbles bells

awaken remoteness

 

talking of us in Eros’ embrace

the lyre’s chords sing of the heat

 

and I say—

 

lift your hat, stare at limpidity

hold your brush horizontally

 

aim at the endless with the posture

of maestro waiting for the soprano

to capture the high notes like the sun

 

NOSTOS AND ALGOS, poetry by Manolis Aligizakis, Ekstasis Editions, 2013