Archive for 02/06/2022

Constantine P. Cavafy-Poems

Posted: 02/06/2022 by vequinox in Literature

Απ’ τες εννιά (1918)

Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
και κάθησα εδώ. Καθόμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό.

Το είδωλον του νέου σώματός μου,
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
ήλθε και με ηύρε και με θύμησε
κλειστές κάμαρες αρωματισμένες,
και περασμένην ηδονή – τι τολμηρή ηδονή!
Κ’ επίσης μ’ έφερε στα μάτια εμπρός,
δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι,
κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν,
και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά.

Το είδωλον του νέου σώματός μου
ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά·
πένθη της οικογένειας, χωρισμοί,
αισθήματα δικών μου, αισθήματα
των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα.

Δώδεκα και μισή. Πως πέρασεν η ώρα.

Δώδεκα και μισή. Πως πέρασαν τα χρόνια.

SINCE NINE O’CLOCK

Twelve thirty. Time has gone by quickly

since nine o’clock when I lit the lamp

and sat down here. I sat without reading,

and without speaking. Whom would I speak to

alone in this house?

The vision of my youthful body

has come and visited me since nine o’clock

when I lit the lamp and has recalled

closed rooms full of fragrance

and lost carnal pleasure—what bold pleasure!

And it also brought before my eyes,

roads that are now unrecognizable,

taverns full of action that have closed,

and theaters and coffee bars that no longer exist.

The vision of my youthful body

also brought me sad memories;

family mourning, separations,

feelings about loved ones, emotions

of the dead so little appreciated.

Half past twelve. How time has gone by.

Half past twelve. How the years went by.

Βίκυ Παπαπροδρόμου: ό,τι πολύ αγάπησα (ποίηση, πεζογραφία & μουσική)

VI. homo homini lupus

«Όποιος επιθυμεί να καταλάβει τις επιδιώξεις μου
πρέπει να ομολογεί τις ματαιώσεις.»
Για να εκτιμήσει κανείς στην πλήρη τους διάσταση
τη σημασία του συγκεκριμένου αφορισμού
δεν αρκεί να γυρίζει αδιάκοπα σαν ποδηλάτης
στη μέσα πλευρά ενός κύκλου
ή να διασχίζει μονάχα το δάσος της φαντασίας του
σαν ένα άγνωστο και απερίγραπτο κομμάτι της φύσης,

αλλά οφείλει να έχει στο μυαλό του συνέχεια
και συνέχεια να μνημονεύει
–με το έξω και το μέσα της γλώσσας του–
τα φυλλοβόλα και τ’ αειθαλή,
τους κρυπτόγαμους μύκητες,
τις θαμνώδεις εκτάσεις και τα ξέφωτα,
ακόμη και τα ολομόναχα ρόμπολα,
τα χτυπημένα από τον κεραυνό.

Μια περιγραφή της διαδρομής των αδέσποτων από τη μία πλευρά του οδοστρώματος στην άλλη, από το ένα πεζοδρόμιο στο απέναντι, ακολουθώντας κι ακολουθώντας κατά πόδας τις κινήσεις των ανθρώπων∙ να περιμένουν δηλαδή (τα αδέσποτα) στις διαβάσεις όταν ο φωτεινός σηματοδότης είναι στο κόκκινο, και να διασχίζουν κάθετα…

View original post 1,150 more words

To Koskino

Φωτογραφία: Δημήτρης Κανελλόπουλος

Σ’ ένα μοναδικό στίχο με στόχαση να κρύβεσαι

Κι αυτός ο στίχος πόλη με τα κάστρα της
Χρειάζεται την ιστορία για να τραφεί
Και για να μαραθεί το φως των υπαλλήλων

Λέω θα πρέπει ν’ αλλοιώνεται φριχτά το πρόσωπό μου
Όταν αρχίζει να χαράζει όγκους περιγράμματα
Στο διάβα της ψυχής από τα τελευταία σπίτια
Ο σπλαχνικός καντηλανάφτης της υποταγής
Στη ρίζα του βουνού σύθαμπο ακόμα
Οι μισητές δυνάμεις στρατωνίζονται στο σώμα μου
Ενώ ένα χέρι αόρατο περνάει μεθοδικά
Και σβήνει τα χαρακτηριστικά μου σα σε μαυροπίνακα
Το βλέμμα κιόλας νεκρωμένο αιμοδοτείται
Στη θέση τής δικιάς μου η έρημη
Ψυχή των βρικολάκων

Μια θρυαλλίδα πάει κι έρχεται στον κόρφο μου όπως γέρνω
Και παρατάω ανάλαφρα να πέσει το κυβέρτι
Μα δεν ξυπάζεται σαν άλλοτε το μέσα ψυχομέτρι
Στις πλάτες νιώθω φιλικά να με χτυπούν
Παλάμες διδαγμένες τάξη από ληστές.

*Από το βιβλίο «Δημήτρης Αρμάος, Μητρόπολη»

View original post 12 more words