ΤΩΡΑ ΑΚΡΙΒΩΣ
Τώρα που τίποτα δεν έχεις να πεις, που τίποτα δεν έχεις
να δείξεις, να υποδείξεις, να υπερασπιστείς, τώρα
που χάθηκαν τα πάντα (κι όχι μόνο για σένα), τώρα ακριβώς
μπορείς να μιλήσεις, κυκλοφορώντας ανάμεσα
στα σύνεργα των βασανιστηρίων, γυρίζοντας
με το μικρό σου δάχτυλο τις ανόητες ρόδες
των χαλασμένων ρολογιών ή τον μεγάλο εκείνο
μετέωρο, αναντίστατο τροχό, κάπως νωπόν ακόμη
καθώς τον ανεβάσαν απ’ το βυθισμένο πλοίο—
τώρα ακριβώς, τραβώντας τα σκοινιά απ’ το ταβάνι,
ακούγοντας το θόρυβο απ’ τις τροχαλίες επάνω σου
σε αόριστα σημεία, όπως τ’ αστέρια εκείνη τν νύχτα
όταν γυρίσαμε απ’την εξοχή, και στο μαρμάρινο προαύλιο
είχαν τοποθετήσει σε αυστηρή διάταξη
δυο σειρές μαύρες, ξύλινες, ψηλές καρέκλες
και στο κέντρο τ’ ολόχρυσο κλεισμένο φέρετρο του βασιλέα
χωρίς σημαίες, χωρίς το στέμμα και το ξίφος.
EXACTLY NOW
Now that you have nothing to say, nothing
to show, to emphasize, to defend; now
that everything is lost (and not just for you), exactly now
you may speak, roaming among the
tools of torture, turning around with your
small finger the meaningless wheels of
broken clocks or that huge hovering
non-resistant wheel, still a bit wet
as they raised it from the sunken ship –
exactly now, pulling ropes from the ceiling,
listening to the sound of pulleys above you
in vague places, like the stars during that night
when we came back from the countryside and in
the marble courtyard they had set in exact order
two rows of black, wooden highchairs
and in the middle the king’s golden casket, closed,
with no flags, no crown, no sword.
~Γιάννη Ρίτσου-Εκλεγμένα Ποιήματα/Μετάφραση Μανώλη Αλυγιζάκη
~Yannis Ritsos-Selected Poems/Translated by Manolis Aligizakis