ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Άρχισαν κι οι μέρες του Ποσειδώνα
όταν αποκάλυψε μια δέσμη αχτίνων
που χάρισε κελάηδισμα
στο μαυροπούλι
πανάρχαια θηρία
συγκρούστηκαν στο νου μου
σαφήνεια και γρίφος
καυγάδισαν
στις σκέψεις μου
το φως ενάντια στο κρύφιο
στη μάχη
της φθοράς: ένας ο νικητής
μονόλιθος
στην έρημο ήταν αυτό
που κληρονόμησα
κι ευλογημένη νάναι
η γεννιά μου
για τον πόνο και τη χαρά που γεύτηκα
στα πρώτα βήματά μου
το απόλυτο και το ανεξήγητο
το επιθυμητό και το αποκρουστικό
μια κλωστή
ένα ψαλίδι
δυο δάχτυλα
κι ο Ποσειδώνας να προστάζει
την κάθε κίνησή μου
τα εφτά θαύματα
μπροστά στα μάτια μου
εφτά πληγές
που κατεύθασαν αργότερα
τούτη ήταν η πρώτη μου έννοια της αγάπης
πάντα θωμπή κι αχαρακτήριστη
κι η γνώση μου του μίσους
πάντα ξεκάθαρη κι εξουσιαστική
POSEIDON
And the days of Poseidon began
as He exhumed band of sunrays and
to the chickadee
He gave a chirp
ancient brutes
clashed in my mind
clarity squabbled
opposite riddles
over my thoughts
light against secrecy
in the battle
of attrition: one winner
the monolith
of the desert was what
I inherited
and let my linage be blessed
for the pain and pleasure I tasted
in my early days
the absolute and the inexplicable
the desirable and the repulsive
one thread and
one pair of scissors
two fingers
and Poseidon dictated
my every move
the seven wonders
before my eyes and
the seven plagues
that were to arrive later
were my first knowledge of love
always vague and irrelevant
and my knowledge of hatred
always definite and controlling