Ὅταν πέσουν καὶ τὰ τελευταῖα φύλλα
θὰ ἐπιστρέψουμε ἐπιτέλους στὸν γνωστό, οἰκεῖο χῶρο μας,
τὸ πολύτιμο αὐτὶ ἄσυλο
ποὺ τὸ ἐξαντλημένο σῶμα ἄφησε ἀνολοκλήρωτο
γιὰ τὶς ἀνάγκες μιᾶς ἀναπόφευκτης γνώσης.
Εἶναι δύσκολο, σχεδὸν ἀδύνατο,
νὰ ἐπιλέξεις καὶ τὸ ἐπίθετο ἀκόμη
ποὺ θὰ ἔδινε κάποιο νόημα
σ’ αὐτὴ τὴν κενὴ ψυχρότητα,
τὴν ἀναίτια θλίψη,
ποὺ ἁπλώνεται ἀργά-ἀργά, σταθερά,
διαβρώνοντας τὶς πιὸ κρυφὲς ἐσοχὲς τῆς ζωῆς σου
View original post 150 more words